-
1 αιγιθάλου
-
2 αἰγιθάλου
-
3 αιγιθάλω
-
4 αἰγιθάλῳ
-
5 αιγίθαλοι
-
6 αἰγίθαλοι
-
7 αιγίθαλον
-
8 αἰγίθαλον
-
9 αιγίθαλος
-
10 αἰγίθαλος
-
11 αιγιθάλλου
-
12 αἰγιθάλλου
-
13 αιγιθάλλους
-
14 αἰγιθάλλους
-
15 αιγιθάλλων
-
16 αἰγιθάλλων
-
17 αιγίθαλλοι
-
18 αἰγίθαλλοι
-
19 αιγίθαλλον
-
20 αἰγίθαλλον
- 1
- 2
См. также в других словарях:
αἰγιθάλου — αἰγιθά̱λου , αἰγίθαλλος t tmouse masc gen sg αἰγίθαλος t tmouse masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αἰγιθάλῳ — αἰγιθά̱λῳ , αἰγίθαλλος t tmouse masc dat sg αἰγίθαλος t tmouse masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αἰγίθαλοι — αἰγίθᾱλοι , αἰγίθαλλος t tmouse masc nom/voc pl αἰγίθαλος t tmouse masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αἰγίθαλον — αἰγίθᾱλον , αἰγίθαλλος t tmouse masc acc sg αἰγίθαλος t tmouse masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αἰγίθαλος — αἰγίθᾱλος , αἰγίθαλλος t tmouse masc nom sg αἰγίθαλος t tmouse masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αἰγιθάλλου — αἰγίθαλλος t tmouse masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αἰγιθάλλους — αἰγίθαλλος t tmouse masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αἰγιθάλλων — αἰγίθαλλος t tmouse masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αἰγίθαλλοι — αἰγίθαλλος t tmouse masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αἰγίθαλλον — αἰγίθαλλος t tmouse masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αἰγίθαλλος — t tmouse masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)